Οι
Ρομά (στον ενικό αριθμό
Ρομ), γνωστοί και ως
Τσιγγάνοι,
Ατσίγγανοι,
Αθίγγανοι,
Κατσίβελοι,
Σίντηδες ή
Γύφτοι, είναι ένας κατά βάση νομαδικός λαός με
ινδική καταγωγή.
Οι Ρομά είναι γνωστοί στις περισσότερες χώρες με λέξεις συγγενείς προς τη λέξη "
γύφτος" ή "
γιούφτος". Οι λέξεις αυτές προέρχονται από τη λέξη "Αιγύπτιος" και η χρήση τους οφείλεται στην πεποίθηση παλαιότερων εποχών ότι οι Ρομά προέρχονται από την
Αίγυπτο. Η λέξη "Ρομ", που χρησιμοποιείται σε πολλές περιοχές από τους ίδιους, σημαίνει στη γλώσσα τους "άντρας" ή "σύζυγος". Μεταξύ τους χρησιμοποιούν περισσότερο τα "Μελελέ" (Λαός μαύρος), "Μανούς" (άνθρωπος) και "Σίντε". Επίσης, η λέξη "αθίγγανος" ή "ατσίγγανος" σημαίνει τον "ανέγγιχτο" (από την ονομασία της κατώτερης
ινδουιστικής κάστας, από την οποία πιθανολογείται ότι προήλθαν) και ετυμολογείται από το στερητικό
α- και το ρήμα
θιγγάνω, δηλαδή "αγγίζω". Δεν πρέπει να συγχέονται με την θρησκευτική ομάδα
Αθίγγανοι που έδρασε τον 8ο αιώνα στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και διέθετε μεγάλη επιρροή.
[1]
Όσον αφορά στον
ευρωπαϊκό χώρο η
γαλλική λέξη
gitan και η
ισπανική gitano προέρχονται από την ίδια
ετυμολογία που προέρχεται και το
gypsy (γύφτος). Η
γερμανική λέξη
Zigeuner και η
σλαβική tsigan ή
cigan φαίνεται να έχουν διαφορετική πηγή, καθώς συνδέονται με ελληνική λέξη
αθίγγανος, που χρησιμοποιήθηκε αφενός για να περιγράψει την ανωτέρω θρησκευτική ομάδα, αλλά και τους "ειδωλολάτρες" Ρομά, όταν πρωτοεμφανίστηκαν στις επικράτειες της
βυζαντινής αυτοκρατορίας. Ο όρος δηλαδή προϋπήρχε της εμφάνισής τους. Οι ίδιοι αποκαλούν τους εαυτούς τους
Ρομ με τον πληθυντικό
Ρομά στις περισσότερες διαλέκτους. Η λέξη
Ρομ είναι συνώνυμη του
Ντομ, της λέξης που χρησιμοποιούν οι
Ινδοί για το «άνθρωπος». Ακόμα και ομάδες όπως οι
Σίντι που δεν αυτοαποκαλούνται Ρομ, διατηρούν τη λέξη με τη σημασία του "συζύγου"
[2].
Οι γενικότερα αποδεκτές θεωρήσεις υποθέτουν ότι οι Ρομά προέρχονται από τη Β.
Ινδία. Μετακινήθηκαν στη
Μέση Ανατολήκαι στην Ευρώπη πριν από το 500 έως το 1000, πιθανώς εξαιτίας της επέκτασης του Ισλάμ και της απειλής πολέμου στην περιοχή. Δεν υπάρχει έως τώρα συγκεκριμένη σχέση ανάμεσα στους Ρομά της Ευρώπης και κάποια ιδιαίτερη ομάδα νομάδων στην Ινδία. Οι διασυνδέσεις είναι αποτέλεσμα γλωσσολογικής μελέτης, βάσει της οποίας υπάρχει σημαντική ομοιότητα ανάμεσα στα Ρομανί, τα
Χίντι και τα
Πουντζάμπι[3]. Η
γλώσσα που μιλούν οι Ρομά έχει ομοιότητες όσον αφορά στη γραμματική και το λεξιλόγιο με τη γλώσσα που ομιλούνταν περίπου το 1000 στην ινδική υποήπειρο.
[4]. Τα γλωσσολογικά ευρήματα έχουν επιβεβαιωθεί, επίσης, από γενετικές μελέτες σε πληθυσμούς Ρομά που κατοικούν στην Ευρώπη.
[5][6]
Οι λόγοι που οδήγησαν τους Ρομά σε μαζικές και σε τόσο μεγάλων αποστάσεων μετακινήσεις είναι ένα από τα μεγαλύτερα μυστήρια της
ιστορίας. Υπάρχουν θεωρίες σύμφωνα με τις οποίες οι Ρομά προήλθαν από κατώτερες
κάστες του
Ινδού ποταμού, τα μέλη των οποίων στρατολογήθηκαν ως μισθοφόροι σε πολέμους εναντίον των
Αράβων. Μία άλλη θεωρία είναι ότι οι Ρομά προέρχονται από αιχμαλώτους των Αράβων, κατά την εισβολή των
Μουσουλμάνων στη βόρεια Ινδία και το σημερινό
Πακιστάν, ή απομακρύνθηκαν από τις εστίες τους ως πρόσφυγες εξαιτίας της εισβολής
[4].
Αν και έχει επιβεβαιωθεί ότι οι Ρομά προέρχονται από την Ινδία, δεν είναι γνωστή η φυλετική ομάδα από την οποία προέρχονται. Σύμφωνα με μια έρευνα οι Ρομά προέρχονται από τους
Τζατ, μια φυλετική ομάδα της νότιας Ασίας. Η ανακάλυψη της λεγόμενης μετάλλαξης Τζατ που προκαλεί ένα τύπο
γλαυκώματος έδειξε ότι οι Ρομά προέρχονται από τους Τζατ που ζουν στη βόρεια Ινδία και στο Πακιστάν.
[7][8] Αυτή τη σχέση είχε παλιότερα υποδείξει ο Μίχαελ Γιαν ντε Χούγιε (Michael Jan de Goeje) το 1883.
[9] Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας αντικρούουν παλιότερες έρευνες που έδειξαν ότι οι
απλότυποι των Ρομά και των Τζατ δεν σχετίζονται.
[10] Οι Ρομά, σύμφωνα με μία άλλη θεώρηση, φέρονται να μετανάστευσαν από την
Πενταποταμία της Ινδίας -σημερινό
Παντζάμπ- γύρω στο
1200 μ.Χ. το νωρίτερο.
[11]
Η προέλευση των Ρομά είχε επί πολλά χρόνια απασχολήσει πολλούς ακαδημαϊκούς και είχαν εμφανιστεί πολλές θεωρήσεις για την προέλευσή τους.
[12]
Σύμφωνα με κάποιες παλαιότερες θεωρίες που σήμερα απορρίπτονται, οι Ρομά προέρχονται από την Αίγυπτο, ή τουλάχιστον κατά τη διάρκεια των ταξιδιών τους πέρασαν από αυτή. Η θεωρία προέλευσης των Ρομά από την αρχαία-βιβλική Αίγυπτο κυκλοφορεί ανάμεσα στους Ρομά των
Βαλκανίων. Υπάρχει και η υπόθεση ότι υπήρξε και Τσιγγάνος
Φαραώ. Η θεωρία αυτή ξεκίνησε το 13ο και 14ο αιώνα με αναφορές σε Βυζαντινές πηγές.
[13] Η θεωρία αυτή καταρρίφθηκε το 1763 όταν ο Στέφαν Βαλύι έδωσε στους τσιγγάνους ένα λεξιλόγιο 1.000 λέξεων από την Ουγγρική γλώσσα και αυτοί κατάφεραν να το μεταφράσουν στο μεγαλύτερο τμήμα του, δείχνοντας ότι η γλώσσα τους προέρχεται από την σανσκρτική και όχι από τα αραβικά.
[12] Το 1866 έγινε προσπάθεια να αποδειχθεί ότι οι Ρομά έφεραν επιτεύγματα του αρχαίου Αιγυπτιακού πολιτισμού στην Αρχαία Ελλάδα και ότι επηρέασαν την Ελληνική γλώσσα. Η θεωρία αυτή παρουσιάστηκε από τον Βούλγαρο Πέτκο Ρατσέβ το 1866 την εφημερίδα "Γκάϊντα" της Κωνσταντινούπολης και ουσιαστικά ήταν μια προσπάθεια προπαγάνδας για να διαχωριστεί την εποχή εκείνη η Βουλγάρικη εκκλησία από το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο. Την ίδια εποχή, το 1867 στην εφημερίδα "Μακεδονία" στο
Πρίλεπ (σήμερα
ΠΓΔΜ) δημοσιεύτηκε μια θεωρία ότι οι Ρομά είναι αρχαίος λαός με αναφορά στην Βίβλο και ότι θα έπρεπε να έχουν την δική τους εκκλησία όπως διεκδικούσαν όλα τα έθνη (όπως η
Βουλγαρική Εξαρχία) την εποχή εκείνη.
[13]
Σύμφωνα με άλλες θεωρήσεις, οι Ρομά είναι ο ομηρικός λαός
Σίντιες,
[12] [14] μεταλλοτεχνίτες από τη Λήμνο, όμως φαίνεται ότι η ομοιότητα στο όνομα είναι απλώς συμπτωματική,
[15] ή ο λαός των "Σιγύνων", τους οποίους περιέγραψε ο
Ηρόδοτος.
[12][16] [17] Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι οι Σιγύνες ζούσαν πέρα από τον Ίστρο (αρχαία ονομασία του ποταμού
Δούναβη) και ντύνονταν όπως οι
Μήδοι, ενώ επίσης αναφέρει ότι οι Σίγυνες θεωρούν τους εαυτούς τους απόγονους των Μήδων
[18]. Η θεωρία αυτή εξετάστηκε και απορρίφθηκε πειστικά στις αρχές του 20ου αιώνα σε φιλοσοφικές βάσεις από τον Μ. Γκάστερ.
[19] Κατ' άλλους οι Ρομά είναι προϊστορική φυλή που ζει στην Ευρώπη από την εποχή του χαλκού, όμως ούτε αυτή έχει αποδοχή σήμερα.
[12] Ο
Κώστας Φαλτάιτς τους είχε ταυτίσει βάσει προσωπικής έρευνας με τον αρχαίο λαό
Κίκονες,
[20] κάτι που δεν επιβεβαιώνεται από τη σύγχρονη έρευνα.
[5]
Διαφήμιση πώλησης Ρομά σκλάβων στην Ρουμανία: "Για πώληση εξαίρετοι δουλοπάροικοι ή σκλάβοι Τσιγγάνοι. Δια μέσου μιας δημοπρασία στο μοναστήρι του Αγίου Ηλία στις 8 Μαΐου 1852, συμπεριλαμβάνονται 18 άνδρες, 10 αγόρια, 7 γυναίκες και 3 κορίτσια σε καλή κατάσταση".
Από τη γλώσσα των τσιγγάνων συμπεραίνεται ότι πρέπει να έζησαν για σημαντικό χρονικό διάστημα σε περιοχές ελληνόφωνες και σλαβόφωνες από τις οποίες πήραν σημαντικό λεξιλόγιο. Έχει υποτεθεί με κάποια εύλογα επιχειρήματα ότι ακόμα ότι οι χαρακτηρισμοί Ρόμ και Ρομάνι με τους οποίους αυτοπροσδιορίζονται οι Ευρωπαίοι τσιγγάνοι μπορεί να προέρχεται από το βυζαντινό «ρωμαίοι» ή «ρωμανία».
Πιστεύεται ότι οι τσιγγάνοι πέρασαν στην Ευρώπη μέσω Αρμενίας και Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, αφού προηγουμένως εμφανίστηκαν στην Περσία περί το τέλος του 9ου αιώνα. Δεν είναι γνωστό πότε μετανάστευσαν προς την Αρμενία, παρατηρείται όμως ότι σε όλες τις διαλέκτους των Ευρωπαίων Τσιγγάνων υπάρχει σημαντικός αριθμός αρμενικών λέξεων. Η μετανάστευσή τους προς τα βυζαντινά εδάφη πιστεύεται ότι έγινε ώστε να αποφύγουν τις επιδρομές των Σελτζούκων. Αναφορές για την ύπαρξη Τσιγγάνων στην Κωνσταντινούπολη υπάρχουν από τα μέσα του 11ου αι. Από εκεί πέρασαν στη Θράκη και στη συνέχεια σε άλλα μέρη της Ευρώπης υπό την πίεση της προέλασης των Οθωμανών.
Η πρωιμότερη αναφορά περί Τσιγγάνων στην Κωνσταντινούπολη και τη Βυζ. Αυτοκρατορία βρίσκεται σε Γεωργιανό αγιογραφικό κείμενο, τη «Ζωή του Αγίου Γεωργίου του Αθωνίτου» (1009-65) που γράφηκε στη Μονή Ιβήρων περί το 1068 από μαθητή του Αγίου. Εκεί αναφέρεται ότι το έτος 1050 ο αυτοκράτωρ Κωνσταντίνος Μονομάχος χρησιμοποίησε ζήτησε τη βοήθεια των «ατζιγγάνων» οι οποίοι με κάποιο μαγικό τέχνασμα σκότωσαν άγρια ζώα που περιφέρονταν στο βασιλικό πάρκο. Η επόμενη αναφορά σε «αθίγγανους» γίνεται τον 12ο αιώνα όπου αναφέρεται ότι οι εν λόγω περιφέρουν αρκούδες, πωλούν φυλαχτά και προλέγουν την τύχη. Η Εκκλησία έκανε αρκετές προσπάθειες να καταπολεμήσει την δεισιδαιμονία των τσιγγάνων γι’ αυτό και αναφέρονται σε σχετικά εκκλησιαστικά κείμενα (κανόνες, εγκυκλίους κ.ά.) Σε τέτοιο κείμενο του 15ου αι. οι τσιγγάνες που λένε την τύχη αναφέρονται ως «Αιγύπτισσες» και αυτοί που τις συμβουλεύονται αποκλείονται από τη Θεία Κοινωνία για πέντε χρόνια. Από τον όρο «Αιγύπτιοι» προέκυψε το «γύφτοι, gypsies κτλ». Ο όρος αυτός και ο σχετικός μύθος της προέλευσης από την Αίγυπτο ήταν γνωστός στους Βυζαντινούς και δεν προέκυψε αργότερα στην Ευρώπη όπως συχνά αναφέρεται. Ο Νικηφόρος Γρηγοράς αναφέρει με λεπτομέρειες ομάδα περιοδευόντων «Αιγυπτίων» που έκαναν ακροβατικές επιδείξεις (ανάλογες με το σύγχρονο «τσίρκο») στην Κων/πολη στις αρχές του 14ου αι., οι οποίοι πιθανότατα ήταν τσιγγάνοι, κατά τον Γ. Σούλη.
Σε βυζαντινό κείμενο πιθανώς του 14ου αι. οι τσιγγάνοι αναφέρονται ως «κατζίβελοι» και ως κοσκινοποιοί, μια τέχνη που ασκούσαν έως πρόσφατα. Σε μερικά κείμενα ο όρος «τζιγγάνος» χρησιμοποιείται ως υποτιμητικό και σκωπτικό.
Οι πρωιμότερες αναφορές για την παρουσία τσιγγάνων στη Θράκη και τα Βαλκάνια είναι του 14ου αι. αλλά δεν είναι γνωστό πότε έφτασαν εκεί. Το γεγονός ότι αναφέρονται ως μόνιμα εγκατεστημένοι στην Πελοπόννησο ή άλλα μέρη της Ελλάδας και τα Ιόνια τον 14ο και αρχές 15ου αι. δείχνει ότι πιθανώς είχαν ζήσει εκεί ενωρίτερα ως νομάδες. Βενετικό κείμενο του 1444 αναφέρει κάποιον Ιωάννη Τσιγγάνο (Johannes cinganus) ο οποίος ήταν «δρουγγάριος των τσιγγάνων». Αυτό υποδεικνύει ότι υπήρχε οργανωμένο σώμα τσιγγάνων υπό στρατιωτικό διοικητή (δρουγγάριο). Εγκατάσταση τσιγγάνων υπήρχε και στη Μεθώνη όταν ήταν υπό Βενετική διοίκηση, οι οποίοι αναφέρονται από Δυτικούς περιηγητές που πήγαιναν προς τους Αγίους Τόπους. Ένας από αυτούς αναφέρει το 1384 τους τσιγγάνους ως «ρομνίτες» (Romniti) που ζουσαν έξω από τα τείχη, ενώ άλλος περιηγητής ζωγράφος - ο Eberhard Reüwich - περιλαμβάνει τους καταυλισμό τους σε ζωγραφική απεικόνιση της Μεθώνης τον 15ο αιώνα. Αυτή η κοινότητα των τσιγγάνων ασκούσε κυρίως την τέχνη του σιδηρουργού. Με την κατάκτηση της Μεθώνης και των άλλων βενετικών αποικιών από τους Τούρκους περί το 1500, πολλοί τσιγγάνοι, επειδή ήταν χριστιανοί και δεν ήθελαν να ζήσουν υπό τουρκική διοίκηση, έφυγαν προς τα Ιόνια νησιά, την Ιταλία και άλλα μέρη της Ευρώπης, εφοδιασμένοι από τους Βενετούς με συστατικές επιστολές προς διάφορους Δυτικούς ηγεμόνες. Όμως στην Κέρκυρα αναφέρεται η παρουσία τσιγγάνων από το δεύτερο μισό του 14ου αιώνα. Εκεί ήταν αρκετοί σε πληθυσμό ώστε να σχηματίσουν ένα «τσιγγανικό φέουδο» που ανήκε σε διάφορες εύπορες οικογένειες έως ότου καταργήθηκε η φεουδαρχία στα τέλη του 19ου αιώνα. Τσιγγάνοι ζούσαν και στις δυτικές ακτές της Ηπείρου, της Αλβανίας και Δαλματίας καθώς και στη Ρουμανία τουλάχιστον από τα τέλη του 14ο αιώνα, δηλ. πρίν από την Τουρκική κατάκτηση.
Για την προέλευση του ονόματος «ατσίγγανοι» ή «ατζίγγανοι» έχουν γίνει διάφορες υποθέσεις. Κάποιοι θεωρούν ότι είναι ένα ινδικό ή περσικό όνομα που έφεραν μαζί τους ερχόμενοι στο Βυζάντιο, το οποίο οι βυζαντινοί προσάρμοσαν στο οικείο προς αυτούς «αθίγγανοι», που ήταν το όνομα μιας χριστιανικής αίρεσης. Άλλοι πιστεύουν ότι το «ατσίγγανοι» προέκυψε από τους αιρετικούς «αθίγγανους» και προσαρμόστηκε στους Ρομά επειδή και οι δύο ομάδες είχαν τη φήμη των μάγων.
[21]
Υπολογίζεται ότι μέχρι το 15ο αιώνα οι Ρομά είχαν ολοκληρώση την μετανάστευσή τους σε ολόκληρη την Ευρώπη.
[5] Κατά την Οθωμανική αυτοκρατορία περισσότεροι Ρομά ήρθαν στα Βαλκάνια ως υπηρέτες, τεχνίτες αλλά και ως βοηθητικό προσωπικό του οθωμανικού στρατού
[11]. Αργότερα, κατά τις μαζικές μεταναστεύσεις προς την
Αμερική μεγάλος αριθμός Ρομ μετακινήθηκε προς τον Νέο Κόσμο.
[22]
Μέχρι το 1860 οι Ρομά χρησιμοποιούνταν ως σκλάβοι [23]. Η δίωξή τους κορυφώθηκε στη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πόλεμου όπου οι Ρομά εκτελέστηκαν στα στρατόπεδα συγκεντρώσεως, μαζί με ομοφυλόφιλους, Εβραίους, κομμουνιστές και Μάρτυρες του Ιεχωβά. Επίσης χρησιμοποιήθηκαν κατά την εκτέλεση ιατρικών πειραμάτων [23]. Επειδή δεν υπάρχουν ακριβή στοιχεία, είναι αδύνατο να εκτιμηθεί με ακρίβεια ο πραγματικός αριθμός τους αλλά εικάζεται πως είναι μεταξύ 500.000 εώς 2.000.000 (εκατομμυρίων).[24] Τα παιδιά των Ρομά μέχρι το 1973 δινόντουσαν χωρίς την θέληση των γονέων για υιοθεσία με μη Ρομά γονείς. Τα Σοσιαλιστικά καθεστώτα μετά το Β Παγκόσμιο πόλεμο δημιούργησαν νόμους που απαγόρευαν την Ρομανί γλώσσα και χιλιάδες γυναίκες υποχρεώθηκαν σε υποχρεωτική στείρωση τις δεκαετίες 1970 και 1980. Μετά την πτώση των Σοσιαλιστικών καθεστώτων οι Ρομά συνεχίζουν να είναι οι πιο μισητοί άνθρωποι και αντιμετωπίζουν προβλήματα ανεργίας. Πολλές φορές έχουν καταγραφεί επιθέσεις νεοναζιστών κατά Ρομά. [23]
Η γλώσσα των Ρομά, η
Ρομανί ή "Ρομανές", είναι μία
Ινδοευρωπαϊκή γλώσσα που συγγενεύει με τις διάφορες ανάμεικτες γλωσσικές διαλέκτους της Ινδίας. Στις διάφορες περιοχές που κατοικούν Ρομ έχουν διαμορφωθεί πολλές τοπικές διάλεκτοι, επηρεασμένες από τις τοπικές γλώσσες. Οι διαφορετικές μορφές Ρομανί που βρίσκονται σε όλη την Ευρώπη έχουν επίσης πολλές λέξεις
Περσικές, σύγχρονες και Βυζαντινές
Ελληνικές λέξεις, καθώς και
Σλαβικές και
Ρουμανικές. Οι λόγιοι θεωρούν τις προσμίξεις αυτές εκφυλισμό της «άλλοτε καθαρής ινδικής γλώσσας» των Ρομά
[25].
Μετακινήσεις Ρομά στην Ευρώπη.
Πληθυσμιακές εκτιμήσεις των Ρομά στην Ευρώπη.
Υπάρχουν εκτιμήσεις σύμφωνα με τις οποίες υπάρχουν 12 εκατομμύρια Ρομά παγκοσμίως. Στην Ευρώπη, ο πληθυσμός τους υπολογίζεται περίπου στα 8 με 10 εκατομμύρια άτομα,
[4]ενώ στην Ελλάδα βρίσκεται ο τρίτος σε αριθμό πληθυσμός Τσιγγάνων στη Δυτική Ευρώπη
[εκκρεμεί παραπομπή]. Οι περισσότεροι ζουν στην
Ευρώπη, σε χώρες όπως:
Οι περιοχές της Ελλάδας στις οποίες είναι μόνιμα εγκαταστημένοι Ρομά με μεγάλη συγκέντρωση πληθυσμού είναι οι: Αγ. Βαρβάρα, Λιόσια, Kάτω Αχαϊα, Δενδροπόταμος, Αλεξάνδρεια Ημαθίας, Αμαλιάδα, Γαστούνη, Εξαμίλι Κορινθίας, Νέα Ιωνία Μαγνησίας και Νυμφόπετρα
[29]
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι ο μεγαλύτερος διεθνής χορηγός για τη βελτίωση της κατάστασης των κοινοτήτων των Ρομά. Την τελευταία τριετία χορήγησε περισσότερα από 77 εκατ. ευρώ μέσω του προγράμματος PHARE για σχέδια σχετικά με τη στέγαση και τις συνθήκες διαβίωσης των Ρομά στην Ουγγαρία, στην Τσεχία και στη Σλοβακία, στη Βουλγαρία και στη Ρουμανία. Αλλά και στα κράτη που είναι ήδη μέλη της Ε.Ε. (Ισπανία, Ελλάδα και Γαλλία) εφαρμόζονται προγράμματα μέσω του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Ταμείου (Ε.Κ.Τ.) και της κοινοτικής πρωτοβουλίας EQUAL. Σχέδια για τους Ρομά υποστηρίζονται και μέσω των προγραμμάτων «ΣΩΚΡΑΤΗΣ» και «Νεολαία για την Ευρώπη».
Το πρόγραμμα κοινοτικής δράσης για την καταπολέμηση των διακρίσεων που έχει υπογράψει και η Ελλάδα ολοκληρώθηκε με την έκδοση της Οδηγίας 2000/43/ΕΚ περί εφαρμογής της αρχής της ίσης μεταχείρισης προσώπων ασχέτως φυλετικής ή εθνοτικής τους καταγωγής
[30].
Οι Ρομά χαρακτηρίζονται από μεγάλη προσαρμοστικότητα στο θέμα της θρησκείας. Δεν έχουν κάποια δική τους χαρακτηριστική
θρησκεία, αλλά υιοθετούν ενίοτε την επικρατούσα θρησκεία κάθε περιοχής κατοικίας τους, όπως και τα έθιμά της. Σήμερα οι διάφορες φυλές είναι πιστές στο θρήσκευμα της χώρας που κατοικούν. Έχουμε την πρώτη καταγραφή στην Κρήτη, όπου αναφέρονται ως Χριστιανοί
Ορθόδοξοι από το 1832, στη Δυτική Ευρώπη αναφέρονται ως καθολικοί. Η
Καθολική Εκκλησία αναφέρει ονόματα ιερέων, μοναχών και κάποιου Καρδιναλίου με τσιγγάνικη καταγωγή και στη Ρουμανία υπάρχουν ιερείς ορθόδοξοι τσιγγάνοι. Στην Τουρκία οι περισσότεροι είναι
Μουσουλμάνοι. Μουσουλμάνοι τσιγγάνοι υπάρχουν επίσης και στη
Θράκη (γνωστοί ως
Τουρκόγυφτοι). Ο οικισμός
Ήφαιστος Ροδόπης, η περιοχή Αλάνκουγιου στην
Κομοτηνή, η περιοχή του Δροσερού
Ξάνθης και ο οικισμός της οδού Άβαντος στην
Αλεξανδρούπολη είναι μέρη όπου κατοικούνε μουσουλμάνοι Ρομά (οι οποίοι ανήκουν στην αναγνωρισμένη από το Ελληνικό κράτος
μουσουλμανικής μειονότητας Θράκης).
[31].
Στην Ελλάδα διακρίνουμε δύο ομάδες Ρομά: τους μετακινούμενους και τους εγκαταστημένους. Οι πρώτοι συνεχίζουν τη νομαδική ζωή και είναι συνήθως πλανόδιοι έμποροι φρούτων, λαχανικών, μικροεπίπλων και άλλων ειδών οικιακής χρήσης, όπως επίσης και παλαιοπώλες και ρακοσυλέκτες ή πλανόδιοι οργανοπαίχτες. Οι δεύτεροι κατοικούν συνήθως σε χωράφια ή προσκείμενα εκτός πολεοδομικών συγκροτημάτων. Τα επαγγέλματα που εξασκούν έχουν σχέση συνήθως με το εμπόριο και πολύ πιο σπάνια με εξαρτημένη μισθωτή εργασία.
[33].
Η σημαντικότερη γιορτή των Ρομά είναι η
γιορτή της Άνοιξης (Εντερλέζι) και γιορτάζεται από 23 Απρίλη μέχρι 1 Μάη σε όλη την Ευρώπη. Έντονο έθιμο όλων των τσιγγάνων είναι να χορεύουν τον Ελληνικό, γυναικείο Χορό,
τσιφτετέλι.
Εξαιτίας του νομαδικού τρόπου ζωής τους και της έλλειψης επιθυμίας ή/και δυσκολίας προσαρμογής στον τρόπο ζωής της πλειοψηφίας των υπόλοιπων κατοίκων κάθε περιοχής οι Ρομά έχουν πέσει συχνά θύματα διακρίσεων. Συχνά αρνητικά στερεότυπα είναι αυτά του "κλέφτη", του "επαγγελματία ζητιάνου", του "τσιγγούνη" κ.ά. Στην Ελλάδα, τουλάχιστον, οι αρνητικοί συνειρμοί εναντίον των Ρομά συντηρούνται εν μέρει κυρίως από την εμφάνιση τους, τον τρόπο ζωής τους και από την εξώθηση του πληθυσμού των Ρομά στην εγκληματικότητα
[34].
Οι Έλληνες Ρομά έχουν 114 σωματεία πανελλήνια (Συνομοσπονδία Ελλάδος) με 300 χιλιάδες εγγεγραμμένα μέλη, ενώ το 2006 συγκρότησαν και πολιτικό κόμμα με τον τίτλο "Ασπίδα-Ρομ" (Ανεξάρτητη Συσπείρωση Πολιτών Ιδιαίτερου Αυτοπροσδιορισμού ΡΟΜ)
[35].
Κάποιοι διάσημοι Τσιγγάνοι ή τσιγγάνικης καταγωγής είναι οι παρακάτω:
- Άλμα πάνω
↑ Γ. Κ. Σκαλιέρης. «Αθίγγανοι». Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια. Β΄. Φοίνιξ. σσ. 301.
- Άλμα πάνω
↑ Kenrick, Donald 2007, Historical dictionary of the Gypsies (Romanies), (Historical dictionaries of peoples and cultures ; no. 7), Scarecrow Press, UK, ISBN 0-8108-5468-6, σ. xxxvii.
- Άλμα πάνω
↑ Kalwant Bhopal and Martin Myers 2008, Insiders, Outsiders and Others: Gypsies and identity, University of Hertfordshire Press, UK, ISBN 978-1-902806-71-6, σ. 4.
↑
Άλμα πάνω, στο:
↑
Άλμα πάνω, στο:
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
↑ Ali, Manir et al. (2009). «Null Mutations in LTBP2 Cause Primary Congenital Glaucoma». The American Journal of Human Genetics 84 (5): 664–671.doi:10.1016/j.ajhg.2009.03.017.
- Άλμα πάνω
↑ Michael Jan de Goeje, Mémoire sur les migrations des Tsiganes à travers l’Asie, Leyden, 1883.
- Άλμα πάνω
↑
Άλμα πάνω, στο:
↑
Άλμα πάνω, στο:
↑
Άλμα πάνω, στο:
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
↑ Soulis C. George, The Gypsies in the Byzantine Empire and the Balkans in the Late Middle Ages. Dumbarton Oaks Papers, vol. 15 (1961), pp 141-165. Διαθέσιμο στο www.jstor.org.
- Άλμα πάνω
↑ Hancock, Ian. Ame Sam e Rromane Džene/We are the Romani people. σελ. 13. ISBN 1-902806-19-0.
↑
Άλμα πάνω, στο:
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
↑ Judith Okely 1983, The Traveller-Gypsies, Cambridge University Press, UK, ISBN 05212887038, σ. 8.
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
↑ Βλέπε Ζεγκίνης Ευστράτιος, Οι Μουσουλμάνοι Αθίγγανοι της Θράκης, Θεσσαλονίκη, Σταμάτα Αττικής (Γιαννάκη Ευθυμία), Ι.Μ.Χ.Α., 1994.
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
↑ Βλέπε εδώ, Σωφρόνης Χατζησαββίδης, Γλωσσολόγος, Καθηγητής Α.Π.Θ.
- Άλμα πάνω
↑ Σύμφωνα με τις απόψεις του Θεόδωρου Π. Παπαθεοδώρου, αναπληρωτή καθηγητή Αντεγκληματικής Πολιτικής "Οι εγκληματολογικές στατιστικές στην Ελλάδα δεν περιλαμβάνουν ειδικές κατηγοριοποιήσεις για την εγκληματικότητα των τσιγγάνων. Και τούτο είναι φυσικό, καθώς, κατά το νόμο, οι τσιγγάνοι δεν αποτελούν ειδική κατηγορία ελλήνων πολιτών. Αν όμως σύμφωνα με το Σύνταγμα όλοι οι πολίτες είναι ίσοι απέναντι στο νόμο, η κοινωνική πραγματικότητα των τσιγγάνων αφήνει να διαφανούν τα ελλείμματα της κοινωνικής πολιτικής στη χώρα μας και θέτει σοβαρούς προβληματισμούς για την εξώθηση- μέσω του κοινωνικού αποκλεισμού – μέρους της πληθυσμιακής αυτής ομάδας στο χώρο της ανομίας και της εγκληματικότητας". Βλ. σχ. [1] και [2]
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
↑
Άλμα πάνω, στο:
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω
- Άλμα πάνω