Του ΓΙΑΓΚΟΥ ΑΝΔΡΕΑΔΗ
Με τον τίτλο «Οι μουσουλμάνοι Πόντιοι που μιλούν «ρωμέικα»», η κυρία Ιωάννα Νιαώτη δημοσίευσε στην «Ε»* της Τρίτης 4 Ιανουαρίου ένα άρθρο βασισμένο σε δημοσίευμα της αγγλικής «Ιντιπέντεντ»**. Το δημοσίευμα μας πληροφορεί ότι η γλωσσολόγος κ. Ιωάννα Σιταρίδου, λέκτωρ του Πανεπιστημίου του Κέμπριτζ, ανακάλυψε «την πιο... στενή ζωντανή συγγενή της αρχαίας ελληνικής γλώσσας». Με το κατάλληλο ανάλαφρο ύφος, η αγγλική εφημερίδα προσθέτει ότι «αν (οι κάτοικοι της περιοχής αυτής του τουρκικού Πόντου) φορούσαν χιτώνες και σπούδαζαν τους κλασικούς, θα μπορούσαν να ανοίξουν ένα θεματικό πάρκο αρχαίας Ελλάδας και να κάνουν ευτυχισμένους τους καθηγητές κλασικών σπουδών σε όλο τον κόσμο».
Αυτό που θα σχολιάσω εδώ δεν είναι οι έρευνες της κ. Σιταρίδου, των οποίων τη διατύπωση στο πρωτότυπο για την ώρα αγνοώ, αλλά το δημοσίευμα του «Ιντιπέντεντ» με τις όποιες παραδηλώσεις του σε μια εποχή όπου τα Μέσα επηρεάζουν σε μεγάλο βαθμό τόσο την επιστημονική έρευνα καθαυτήν, στο επίπεδο π.χ. των χρηματοδοτήσεων, όσο και την εκλαϊκευμένη της εικόνα και τον πολιτικό της αντίκτυπο. Το πρώτο ζήτημα που εγείρει το δημοσίευμα είναι επιστημονικό:
Οπως ήδη γνωρίζουν, όχι μόνον πολλοί ενδιαφερόμενοι στην Ελλάδα, αλλά και η διεθνής επιστημονική κοινότητα, η περίπτωση των ελληνόφωνων μουσουλμάνων Ποντίων της μαυροθαλασσίτικης περιοχής του Οφ έχει μελετηθεί εδώ και καιρό.
Εδώ και δεκαπέντε χρόνια ο Ομέρ Ασάν, νέος Τούρκος εθνολόγος, λόγιος και φωτογράφος, εξέδωσε το βιβλίο του «Pontos kulturu», το οποίο μεταξύ άλλων περιείχε την πολύτιμη πρώτη παγκοσμίως καταγραφή του λεξιλογίου και της γραμματικής των «Οφιτών», Ποντίων Ρουμ. Το βιβλίο μεταφράστηκε και εκδόθηκε στα ελληνικά («Ο πολιτισμός του Πόντου», εκδόσεις «Κυριακίδη»), με πρόλογο του καθηγητή Νεοκλή Σαρρή, ενώ παρουσιάστηκε διθυραμβικά και από τον ομότιμο σήμερα καθηγητή της Γλωσσολογίας της Οξφόρδης κ. Πίτερ Μάκριτζ, με τον οποίο έχει συνεργαστεί η κυρία Σιταρίδου. Σύμφωνα με τον συγγραφέα, οι κάτοικοι του Οφ, που σήμερα έχουν τουρκική συνείδηση, κρατούν, ιδίως οι γεροντότεροι, τη μνήμη μιας καταγωγής από τους Ρουμ, λέξη που στην περίπτωση αυτή δηλώνει τους Ελληνες. Δεν χωρεί αμφιβολία ότι πολλά ακόμα μένουν να μελετηθούν, αλλά η αναφορά στο πρωτοπόρο έργο του Ασάν είναι περισσότερο από επιβεβλημένη από άποψη δεοντολογίας, σε οποιονδήποτε ασχολείται με το θέμα.
Το δεύτερο ζήτημα είναι όχι απλώς γλωσσολογικό, αλλά πιο σωστά γλωσσικό, με την έννοια ότι η γλώσσα είναι όχι μόνον γλωσσολογικό, αλλά και πολιτισμικό και ακόμη πολιτικό ζήτημα. Ο εντοπισμός του «γλωσσολογικού χρυσωρυχείου» στην περιοχή του Οφ, έστω και αν δεν αποτελεί επιστημονική πρωτοτυπία, είναι κάτι το πολύ σημαντικό και η εμφάνιση και άλλων εργασιών καλοδεχούμενη. Ωστόσο, θα είχα να παρατηρήσω ότι πριν εκτεθεί κανείς με εντυπωσιακές δηλώσεις ότι ανακαλύφθηκε η διάλεκτος που έχει τις «στενότερες» σχέσεις με την «αρχαία» ελληνική, θα ήταν πιο συνετό να προχωρήσει σε μια συστηματική αντιπαραβολή των δεδομένων του Οφ με τις άλλες διαλέκτους που έχουν πολλές συγγένειες με την αρχαία:
Αναφέρω κατά σειράν, τα τσακώνικα, τα κυπριακά, τα γραικάνικα της Κάτω Ιταλίας και, βέβαια, τα ποντιακά, ιδιαίτερα αυτά των επί αιώνες απομονωμένων -και άρα ανεπηρέαστων από την κοινή νεοελληνική- Ελλήνων Ποντίων της Κριμαίας, της Τουρκίας και άλλων περιοχών: Γλωσσικών θησαυρών που, αν είχαμε τη στοιχειώδη πολιτιστική πολιτική, θα τους μελετούσαμε επισταμένως και θα τους προβάλλαμε πολλαπλά, αντί να τους περιφρονούμε ως αναχρονισμούς που καλό θα ήταν να εκλείψουν μια ώρα αρχύτερα. Ετσι κι αλλιώς τα ελληνικά είναι μια γλώσσα με επίμονη συνέχεια: Στη διαδρομή της, όπως γράφει ο Πιερ Βιντάλ Νακέ, κάθε γενιά από τον Ομηρο ώς τον Καζαντζάκη καταλάβαινε αδιάσπαστα την άλλη και ακόμα, όπως γράφει ο Κωνσταντίνος Τρυπάνης, κάθε γενιά είχε τους δικούς της ποιητές. Για να δώσω με ένα νούμερο τη συνέχεια αυτή, θυμίζω ότι το «Ομηρικό λεξικό» του Πανταζίδη (εκδόσεις «Σιδέρη») παραθέτει περίπου 1.000 ομηρικές λέξεις, που επιβιώνουν στην κοινή λαϊκή νεοελληνική.
Το τρίτο και λεπτότερο ζήτημα είναι πολιτικό. Μια στοιχειώδης περιήγηση στο Διαδίκτυο μπορεί να πληροφορήσει οποιονδήποτε για τους διωγμούς που υπέστη από το 2002 ο Ομέρ Ασάν, εξαιτίας της δημοσίευσης του βιβλίου του στα ελληνικά, με την κατηγορία ότι, μελετώντας τον πολιτισμό και τη γλώσσα τον Οφιτών, ασκούσε «γραπτή προπαγάνδα, με σκοπό τον διαμελισμό της Τουρκίας». Το άρθρο οκτώ του τουρκικού Συντάγματος καταργήθηκε ευτυχώς το 2003 και έτσι ο ερευνητής αθωώθηκε, οι ανησυχίες ωστόσο δεν μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα ότι δεν έχουν εκλείψει.
Ενα στατιστικό στοιχείο είναι από την άποψη αυτή εντυπωσιακό: Η τουρκική έκδοση του βιβλίου του είχε σε σύντομο μετά την έκδοσή του διάστημα, σύμφωνα με σοβαρές πληροφορίες, φτάσει τις 4.000 αντίτυπα, αριθμό εντυπωσιακό για τα εκδοτικά δεδομένα μιας περιοχής, με πληθυσμό γύρω στις τριακόσιες χιλιάδες. Πώς όμως συμβιβάζεται το δεδομένο αυτό με το στοιχείο που παραθέτει η κυρία Σιταρίδου ότι η γλώσσα που έφερε ο Ασάν στο φως ομιλείται σήμερα από μόνον 5.000 άτομα (λίγο περισσότερους μόνον από τους αγοραστές του βιβλίου); Τι έχει συμβεί με τον υπόλοιπο πληθυσμό των Οφιτών που ανέρχεται σε εκατοντάδες χιλιάδες; Η επιφύλαξη σχετικά με τα νούμερα είναι επιβεβλημένη, αν όμως ο αριθμός 5.000 είναι κάτι παραπάνω από μια εικασία, τότε δικαιολογείται ο φόβος ότι βρισκόμαστε μπροστά σε μια εντυπωσιακή συρρίκνωση, που θα έπρεπε να προκαλέσει τις πιο έντονες ανησυχίες των επιστημόνων και των υπερασπιστών της παγκόσμιας άυλης πολιτιστικής κληρονομιάς που περιλαμβάνει τις γλώσσες και τις ταυτότητες.
Αν σκεφτούμε τα δεδομένα αυτά και το γεγονός ότι, όπως σημείωνε παλαιότερα και ο Πίτερ Μάκριτζ, στην Τουρκία οι δηλώσεις περί σεβασμού των πολιτισμικών ταυτοτήτων διαψεύδονται από τη βίαιη και εκφοβιστική συμπεριφορά του κράτους, τότε τα ευφυολογήματα του «Ιντιπέντεντ» περί «θεματικού πάρκου αρχαίας Ελλάδας» στο Οφ μοιάζουν μάλλον με κυνική υποκρισία είτε με κακής ποιότητας βρετανικό χιούμορ. Εκτός κι αν κάποιοι ευφάνταστοι μάνατζερ στήσουν πραγματικά για λίγες μέρες ένα τέτοιο πάρκο με Τουρκοπόντιους μασκαρεμένους σε αρχαίους με χλαμύδες και μαιάνδρους, σαν ένα χάπενινγκ για όσο καιρό θα κρατά το άλλο χάπενινγκ της συνάντησης κορυφής των κ. Ερντογάν και Παπανδρέου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου