Τετάρτη 31 Δεκεμβρίου 2014

Υπήρχε συμβιβασμός ερωτισμού και χριστιανισμού στο Βυζάντιο;


Υπήρχε συμβιβασμός ερωτισμού και χριστιανισμού στο Βυζάντιο;

Ζεύγος εραστών σε κήπο. Εφυαλωμένο πιάτο (αρχές 13ου αι.) από την Κόρινθο. Κόρινθος, Αρχαιολογικό Μουσείο. (Περιοδικό «Αρχαιολογία, Μάρτιος 2009).

Υπήρχε συμβιβασμός ερωτισμού και χριστιανισμού στο Βυζάντιο;

«Σε αντίθεση με τα συνήθως θρυλούμενα για το Βυζάντιο, προκύπτει από τις πηγές ότι αυτό υπήρξε μία ανεκτική σε θέματα ερωτισμού για την εποχή του κοινωνία, η οποία κατόρθωνε να συνδυάζει την πνευματικότητα και τη λατρεία προς το θείον με τον εγκόσμιο έρωτα, διαμορφώνοντας το γνώριμό μας «συναμφότερον» μεταξύ ερωτισμού και ορθοδοξίας.» Διαβάστε να δείτε ποια διακεκριμένη πανεπιστημιακός υπογράφει το κείμενο αυτό σε μία περισπούδαστη μελέτη της!..
ΕΙΝΑΙ αλήθεια ότι, όταν μιλάμε για έρωτα (1) ή ερωτισμό (2), ο νους μας ανατρέχει ε κάποια στοιχεία που έχουνννα κάνουν μονάχα με την ερωτική πράξη. Κι όμως!.. Ο Σωκράτης, ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης, οι Στωικοί, ο Πλούταρχος είδαν τον έρωτα από πνευματικότερη, θεωρητικότερη άποψη απ' ότι οι περισσότεροι απ' τους φιλοσόφους της ελληνορωμαϊκής αρχαιότητας, που έβλεπαν τον έρωτα κυρίως απ' τη φυσική του πλευρά.
Οι χριστιανοί, και ιδιαίτερα ο Παύλος, θ' αντιτάξουν στον έρωτα την αγάπη - φιλανθρωπία που, ενώ αποβλέπει στο Θεό, δεν ξεχνά τον πλησίον.
Με το πέρασμα των αιώνων διαμορφώνονται δύο κύριες αντιλήψεις για τον έρωτα. Οι κύριοι εκφραστές της πρώτης αντίληψης είναι ο Μάρκος Αυρήλιος, ο Σπινόζα, ο Ντεκάρτ κ.ά., όπου θεωρούν τον έρωτα πάθος και πρέπει πάντα το πάθος να κυριαρχείται απ' το λογικό. Στη δεύτερη αντίληψη, που τη συναντάμε στους μυστικούς, όπως ο Πλωτίνος, ο Άγιος Αυγουστίνος, ο Άγιος Ιωάννης του Πασκάλ, κάθε αγάπη διέπεται από την αγάπη του Θεού.
Στις αρχές του 20ου αιώνα ο Φρόιντ επιχείρησε ν' αναλύσει τον έρωτα στα συστατικά του στοιχεία. Ο Φρόιντ, λοιπόν ορίζει "τον αληθινό έρωτα" σαν σύνθεση των καθαυτό σεξουαλικών ορμών και των "τρυφερών αισθημάτων" που εμφανίζονται ως συνέπεια της απώθησης των σεξουαλικών ορμών της πρώτης παιδικής ηλικίας. Έτσι, ο έρωτας είναι μία σύνθετη περίπλοκη και βασική κλίση της ανθρώπινης ύπαρξης που επιδρά στις ιδιότητες και ικανότητές μας, όπως κι αυτές με τη σειρά τους επιδρούν και αντιδρούν στην κλίση αυτή.
Τι λέει η πανεπιστημιακός κ. Μαρία Καμπούρη – Βαμβούκου
Μια περισπούδαστη μελέτη για τον ερωτισμό σε σχέση με το Βυζάντιο είδε το φως της δημοσιότητας στο περιοδικό «Αρχαιολογία» (Τεύχος 110,Μάρτιος 2009), Μία μελέτη την οποία υπογράφει η διακεκριμένη Ελληνίδα πανεπιστημιακός κ. Μαρία Καμπούρη – Βαμβούκου. Περιληπτικά, λοιπόν, το επιστημονικό αυτό κείμενο έχει ως εξής:
Η περισπούδαστη μελέτη της διαπρεπέστατης Ελληνίδας πανεπιστημιακού κ. Μαρίας Καμπούρη – Βαμβούκου, Αναπληρώτριας Καθηγήτριας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης με τίτλο: «Ερωτισμός και Βυζάντιο», που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Αρχαιολογία» τον Μάρτιο του 2009.
Ερωτισμός και Βυζάντιο
Μαρία Καμπούρη-Βαμβούκου
Χριστιανισμός και ερωτισμός είναι δύο έννοιες που δύσκολα συμβιβάζονται μεταξύ τους. Ο χριστιανισμός θεωρούσε τη σωματική έλξη, την ηδονή, την απόλαυση απαγορευμένες ακόμη και στα πλαίσια του γάμου, ο οποίος ως θεσμός έπρεπε να εξυπηρετεί κυρίως τη διαιώνιση του είδους και κατά δεύτερο λόγο να αποτελεί νόμιμη διέξοδο στις σεξουαλικές ορμές.
Η Εκκλησία από την πρώιμη περίοδο έκανε τα πάντα για να εξουδετερώσει τον ερωτισμό. Στην προσπάθειά της κατέφυγε σε υπερβολές, χωρίς να καταφέρει να απαλλαγεί από συμπεριφορές στον σεξουαλικό τομέα που αντιστοιχούσαν περισσότερο στην ανθρώπινη φύση παρά σε ασκητικούς και εκκλησιαστικούς κανόνες.
Ο ερωτισμός από την άλλη, προσπάθησε να υπερβεί τις αντιστάσεις της Ορθόδοξης Εκκλησίας μέσα από τη λογοτεχνία και την πραγματική ζωή. Η ερωτική λογοτεχνία βοηθά να κατανοήσουμε τους τρόπους με τους οποίους οι Βυζαντινοί εξέφραζαν τις αντιλήψεις τους για τον έρωτα. Την εικόνα αυτή συμπληρώνουν οι διάφορες νομοθετήσεις για την γενετήσια ηθική, οι Βίοι των αγίων και κάθε είδους ψυχωφελή κείμενα που απέβλεπαν στη νουθεσία των πιστών.
Το Κράτος, και περισσότερο, η Εκκλησία, θέλησαν να ελέγξουν τη δημόσια και ιδιωτική ζωή. Στους νόμους και τους εκκλησιαστικούς κανόνες καταγράφονται ποικίλου τύπου αμαρτήματα της σάρκας που αποτελούν χωριστές κατηγορίες αξιόποινων πράξεων.
Σε αντίθεση με τα συνήθως θρυλούμενα για το Βυζάντιο, προκύπτει από τις πηγές ότι αυτό υπήρξε μία ανεκτική σε θέματα ερωτισμού για την εποχή του κοινωνία, η οποία κατόρθωνε να συνδυάζει την πνευματικότητα και τη λατρεία προς το θείον με τον εγκόσμιο έρωτα, διαμορφώνοντας το γνώριμό μας «συναμφότερον» μεταξύ ερωτισμού και ορθοδοξίας. (3)
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
1. έρωτας και έρως, ο (AM έρως• Α επικ. και λυρικός τ. έρος)• 1. έντονη συναισθηματική έλξη στην οποία συνυπάρχει και πόθος για σαρκική επαφή (α. «κλεφτά την πάτασσε του έρωτ’ η οδύνη», Ερωτόκρ.• β. «έρως εις αυτόν της γυναικός εσέβην», Καλλίμ.• γ. «...ως ταύτης πόθω πόλις δαμείη πάσα, κουχ η Λυδία πέρσειεν αυτήν, αλλ’ ο τήσδ’ έρως φανεείς»• γιατί η πόλη θα υποταχθεί απ τον πόθο γι’ αυτήν και δεν θα την κυριέψει η Λυδία, αλλά ο Έρωτας του Ηρακλή γι’ αυτήν, για την Ιόλη, Σοφ.)• 2. ο θεός Έρως• 3. θερμή αγάπη, αφοσίωση σε κάποιον (α. «έρωταν είχεν περισσόν ως δια την ποθητήν του και δια την μητέραν του και δια τους αδελφούς του», Διγεν. Ακρ.• β. «έρως λέγεται, ω ουδείς επαισχύνεται, όταν μη κατά σαρκός γένηται αυτού η τοξεία»• λέγεται έρωτας, για τον οποίο δεν ντρέπεται κανείς, εφόσον η έλξη δεν είναι σαρκική, Γρηγ. Νυσσ.)• 4. αφοσίωση, προσήλωση σε ιδανικό, σε καθήκον κ.λπ. (α. «αγάπη κι έρωτας καλού τα σπλάχνα τους τινάζουν», Σολωμ.• β. «υποδεικνύων τον μισθόν της γνώσεως εις έρωτα αυτής τους συνετούς εκκαλείται»• υποδεικνύοντας την αμοιβή της γνώσης κάνει έκκληση στους συνετούς να την ερωτευθούν, Κλημ. Αλ.)• 5. ισχυρή επιθυμία για κάτι, πόθος να αποκτήσει η να κρατήσει στην κατοχή του κάποιος κάτι («α. έχει έρωτα για το χρήμα» η «με το χρήμα»• β. «έρως χρημάτων»)• 6. το αντικείμενο του έρωτα, ο,τι αγαπάει υπερβολικά κάποιος (α. «το θέατρο είναι ο έρωτάς του»• β. «απροσίκτων δ’ ερώτων οξύτεραι μανίαι»• είναι οξύτερες οι μανίες που προκαλούν οι απελπισμένοι έρωτες, ο πόθος για κάτι ακατόρθωτο, Πινδ.)• || (μσν.-νεοελλ.) 1. η ερωτική πράξη, η σαρκική επαφή (α. «έκανε έρωτα μαζί της» β. «ερώτων δε μυστήρια ερυθριώ του λέγειν», Διγεν. Ακρ.)• 2. ερωτική σχέση, ερωτικές περιπέτειες (α. «με τους έρωτές της κατάστρεψε το σπίτι της»• β. «έρωτας ανιστοράται και την αρπαγήν της κόρης», Διγεν. Ακρ. || (νεοελλ.) (φρ.) «πλατωνικός έρως» η «έρωτας για κάποιον η κάποια»• ερωτική προσήλωση, συναισθηματική αφοσίωση χωρίς σαρκικές σχέσεις• || (αρχ.-μσν.) 1. η αγάπη του θεού προς τον άνθρωπο («αυτόν έπεμψεν τον Υιόν• ανηρέθη και ούτος ελθών, και ουδέ ούτως έσβεσε τον έρωτα αλλ’ ανήψε μειζόνως»• έστειλε στη γη τον ίδιο τον γιο Του• τον σκότωσαν κι Αυτόν οι άνθρωποι, αλλά ακόμη και τότε δεν έσβησε την αγάπη για τους ανθρώπους αλλά τη φούντωσε ακόμη περισότερο, Ιωάνν. Χρυσ.)• 2. η αγάπη του ανθρώπου, η αφοσίωση στον θεό και στους αγίους («τρωθείσα τω ασωμάτω και διαπύρω βέλει τού έρωτος»• πληγωμένη η ψυχή από το άυλο και διάπυρο βέλος του έρωτα• Γρηγ. Νυσσ.)• || (αρχ.) 1. υπερβολικά έντονη χαρά («έφριξ’ έρωτι, περιχαρής δ’ ανεπτάμην»)• 2 (πληθ.) οι έρωτες• η ερωτική πράξη, οι σεξουαλικές σχέσεις («ουχ όσί έρωτες», Ευρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Η ήδη ομηρική λ. έρως ανήκει στα σιγμόληκτα ουσιαστικά, αναγόμενη σε αρχικό θέμα *ερασ-, το οποίο εμφανίζεται σε παράγωγα (πρβλ. ερασ-τος, εράσ-μιος και αιολ. εραννός < *ερασ-νος). Παρά την ιδιαίτερη σημασιολογική απόχρωση που έχει κάθε λ. της λεξιλογικής ομάδας με τη σημασία «αγάπη», η ιδιαιτερότητα στη σημασία κάθε λέξεως καταδεικνύεται από το γλωσσικό περιβάλλον στο οποίο απαντά κάθε φορά. Η λεξιλογική οικογένεια του «έρως» αναφέρεται, τόσο στην Αρχαία όσο και στη Νέα, μόνο στην ερωτική αγάπη, εν αντιθέσει προς τα φιλία / φιλώ / φίλος, τα οποία δηλώνουν περισσότερο τη σημασία «οικείος», αλλά και προς τα στέργω / στοργή, που αναφέρονται σε σχέσεις γονέων προς παιδιά η ανωτέρων προς κατωτέρους].
2. ερωτισμός
ο· υπερβολική επιθυμία για ικανοποίηση τού γενετήσιου ενστίκτου και επιζήτηση αισθησιασμού. [ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στα ελλ. ξεν. όρου (πρβλ. αγγλ. erotism). Η λ. μαρτυρείται από το 1894 στον Α. Γ. Μαυρουκάκη στην εφημερίδα Άστυ]. (Πάπυρος, Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσας).
3. Περιοδικό «Αρχαιολογία», Τεύχος 110, Μάρτιος 2009, Κύριο θέμα: Περί Έρωτος και Αγάπης, Σελίδες: 26-36.

 

Αναρτήθηκε: 16/07/12 20:56


http://www.sakketosaggelos.gr/Article/2848/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου